6. Ανεπίτρεπτες κατηγορίες
Η ηγεσία του Κόμματος προκειμένου να μας απαντήσει, σε σχέση με το πρόγραμμα, προλειαίνει το έδαφος με ανεπίτρεπτες και προκατασκευασμένες κατηγορίες, τις οποίες τις θέτει ως ερωτήματα στα οποία, στη συνέχεια, δίνει η ίδια τις αυθαίρετες απαντήσεις της. Είναι κι αυτή μια προσφιλής μέθοδος ειδικά εκείνων που στερούνται λογικών πολιτικών επιχειρημάτων.
Μας εγκαλεί η ηγεσία του Κόμματος : «Δεν μπαίνουν καν στον κόπο να απαντήσουν γιατί σε όποια χώρα έγινε από Κομμουνιστικά Κόμματα “κυβερνητικό πείραμα” για να ανακοπεί η αντεργατική, αντιλαϊκή επίθεση, το αποτέλεσμα ήταν ακριβώς το αντίθετο (Γαλλία, Ιταλία κλπ)».
Κατ’ αρχάς, το «σε όποια χώρα» δεν ισχύει. Είναι άλλη η περίπτωση της Τσεχοσλοβακίας, αμέσως μετά τη λήξη του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, όπου οι πολιτικές εξελίξεις, με πρωτοπόρα δύναμη το ΚΚΤσ, οδηγούν στην έναρξη της επαναστατικής διαδικασίας και στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού. Άλλη η περίπτωση της Χιλής στη δεκαετία του ‘70, όπου η κυβέρνηση συνεργασίας του Σαλβατόρ Αλλιέντε αντιμετωπίζεται με το αμερικανόπνευστο στυγνό πραξικόπημα του Πινοσέτ. Άλλη η περίπτωση του Βιετνάμ στη δεκαετία πάλι του ’70, που με το όπλο στο χέρι κατακτά την πολιτική εξουσία και ενώνει τη χώρα. Και εντελώς άλλη η περίπτωση της Γαλλίας (πριν και μετά την ανατροπή του σοσιαλισμού) και της Ιταλίας (μετά την ανατροπή του σοσιαλισμού), όπου τα αντίστοιχα κομμουνιστικά κόμματα ενσωματώνονται σε «κυβερνητικά πειράματα» και στην πολιτική της αστικής τάξης.
Επομένως αυτή η γενίκευση από τη μία και ο ταυτόχρονος περιορισμός από την άλλη, στην Γαλλία και την Ιταλία, είναι εκ του πονηρού. Είτε γίνεται συνειδητά από σκοπιμότητα για να δικαιολογήσει μια συγκεκριμένη επιχειρηματολογία είτε γίνεται από άγνοια. Πάντως, έτσι κι αλλιώς, δεν βοηθάει καθόλου τη διευκρίνιση του ζητήματος, γιατί ανακατεύει διαφορετικές ιστορικές συνθήκες και διαφορετικές πολιτικές των αντίστοιχων Κομμουνιστικών Κομμάτων. Και μια ηγεσία οφείλει να τα γνωρίζει «αυτά τα απλά».
Κατά δεύτερο, δεν αντιλαμβανόμαστε για ποιο πράγμα μας εγκαλεί η ηγεσία του Κόμματος. Έπρεπε να απαντήσουμε για την περίπτωση της Γαλλίας και της Ιταλίας!; Μα δεν χρειάζεται να απαντήσουμε γιατί δεν θέλουμε το σχηματισμό κυβέρνησης με τον τρόπο που σχηματίστηκε στη Γαλλία και στην Ιταλία. Είναι πολύ απλό. Θέλουμε το σχηματισμό κυβέρνησης έτσι όπως την προβλέπει το πρόγραμμα του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ελλάδας.
Και τη ρωτάμε ευθέως να μας απαντήσει. Είναι αντικομματική ενέργεια αυτή η απαίτησή μας να εφαρμοστεί το πρόγραμμα του Κόμματος την ώρα που η ηγεσία του Κόμματος δεν το εφαρμόζει; Το ερώτημα αυτό είναι καίριο. Γιατί καθορίζει τη στάση της ηγεσίας απέναντι στο Κόμμα και στην εργατική τάξη της χώρας, γενικότερα απέναντι στους εργαζόμενους, τα μικροαστικά στρώματα και τον ελληνικό λαό αλλά και τη στάση τη δικιά μας απέναντι στην ηγεσία.
Ακριβώς γι αυτό το λόγο δεν μιλήσαμε αποκλειστικά και μόνο για κυβέρνηση. Θυμίζουμε το σχετικό απόσπασμα από την πρώτη μας Δήλωση: «Σε μια εποχή που οι προβλέψεις και οι πρόνοιες του 15ου Συνεδρίου δικαιώθηκαν περίτρανα, η ηγεσία του κόμματος εγκατέλειψε την προσπάθεια να εφαρμόσει τη βασική του πρόταση, στο πνεύμα της σύγχρονης περιόδου που διανύουμε, προωθώντας τη δημιουργία του Αντιμονοπωλιακού Αντιιμπεριαλιστικού Δημοκρατικού Μετώπου, που θα διεκδικούσε και τη διακυβέρνηση της χώρας, με τη δημιουργία αντίστοιχης κυβέρνησης, που θα έκφραζε και θα στηριζόταν στην εργατική τάξη και τα μικροαστικά στρώματα της πόλης και του χωριού, στη νεολαία και τη διανόηση της χώρας μας, που θα συνένωνε αρμονικά την πάλη των εργαζομένων για τα άμεσα προβλήματά τους με την προοπτική του σοσιαλισμού». Δηλαδή, μιλήσαμε για τη συνολική πρόταση του προγράμματος του Κόμματος και εγκαλέσαμε την ηγεσία γιατί δεν την προώθησε και δεν την πρόβαλε, ενώ το πρόγραμμα του Κόμματος ισχύει μέχρι κι αυτήν τη στιγμή, υποτίθεται.
Κατά τέταρτο, για να προσδώσει «υπόσταση» στην παραπάνω επιχειρηματολογία της η ηγεσία καταφεύγει στον …Αλ. Τσίπρα! Νισάφι πια! Καταλαβαίνουμε πολύ καλά γιατί οχυρώνεται πίσω από τέτοιες απαράδεχτες μεθοδολογίες. Επιχειρεί να διεγείρει τα αντανακλαστικά του κομματικού σώματος, και έτσι μόνο από το άκουσμα του ΣΥΡΙΖΑ να αποδεχτεί τη συγκεκριμένη επιχειρηματολογία χωρίς και να την κρίνει. Αλλά δεν είναι ο σοφότερος και ο προσφορότερος τρόπος για να αντιμετωπίσει κριτικές που της υποβάλλονται και, τη διαβεβαιώνουμε, δεν είναι μόνο δικές μας. Τη διαβεβαιώνουμε, επίσης, ότι ο Αλ. Τσίπρας δεν νοιάζεται καθόλου αν η ηγεσία του ΚΚΕ θα εφαρμόσει το πρόγραμμά του.
Παραθέτουμε το αντίστοιχο απόσπασμα που αποδεικνύει τις αιτιάσεις μας: «Να θυμίσουμε εδώ ότι το συγκεκριμένο ζήτημα το άνοιξε ο Αλ. Τσίπρας στη διακαναλική συνέντευξη του ΣΥΡΙΖΑ πριν τις εκλογές στις 6 Μάη. Ακριβώς όπως το διατυπώνουν αυτοί που ανώνυμα κάνουν πολεμική στο ΚΚΕ διαστρεβλώνοντας το Πρόγραμμα του Κόμματος. Γιατί άλλα λέει το Πρόγραμμα του ΚΚΕ απ’ αυτά που οι ίδιοι γράφουν».
Είναι βέβαια, μια ενδιαφέρουσα ιστορία το πως και το γιατί ο Αλ. Τσίπρας κατέφυγε στο να διαβάσει το πρόγραμμα του Κόμματος. Ασυνήθιστη ιστορία είναι η αλήθεια. Προς το παρόν παραθέτουμε ολόκληρη την απάντηση στην σχετική ερώτηση που υποβλήθηκε στον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ στη διακαναλική συνέντευξη στις 29/04/2012 στο Ζάππειο, για να έχει υπόψη του ο αναγνώστης και να μπορεί να συμπεράνει όχι για την επιχειρηματολογία της ηγεσίας μόνο αλλά πρωτίστως της «Νέας Σποράς»
«Χ. ΤΣΙΓΟΥΡΗΣ (“MEGA”):
Κύριε Πρόεδρε, θα ήθελα να σας ρωτήσω πώς επιμένετε σ’ αυτή τη
συνεργασία, την ώρα που το Κομμουνιστικό Κόμμα εκλαμβάνει, όπως
τουλάχιστον είπε η Γενική Γραμματέας του πριν από λίγες ημέρες, τη
στήριξη από τους ψηφοφόρους ως στήριξη σε μια ξεχωριστή πολιτική πρόταση
που δεν έχει σχέση με αυτό που δημοσίως δηλώνει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Α. ΤΣΙΠΡΑΣ: Κύριε Τσιγουρή, ειλικρινά ορισμένες φορές τη συλλογιστική της ηγεσίας του Κομμουνιστικού Κόμματος και της κας Παπαρήγα δεν μπορώ να την παρακολουθήσω. Αντιλαμβάνομαι βέβαια ότι αυτή η συλλογιστική ορισμένες φορές φτάνει και στα όρια παράλογων και τοποθετήσεων που στερούνται λογικής βάσης, όπως το ότι αν η Αριστερά καταφέρει και γίνει κυβέρνηση δεν θα έχουμε καλή αντιπολίτευση.
Ξέρουμε ποια ήταν η στάση του Κομμουνιστικού Κόμματος σε κρίσιμες στιγμές, όταν απέναντι στην άνοδο του φασισμού προέταξε το λαϊκό μέτωπο, όταν αργότερα δημιούργησε το ΕΑΜ, όταν αργότερα στα χρόνια της μεταπολίτευσης με ηγέτη τον Χαρίλαο Φλωράκη άσκησε μια ουσιαστική πολιτική συμμαχιών προκειμένου να διευκολύνει το λαϊκό κίνημα να έχει κατακτήσεις.
Ξέρουμε όμως και το πρόγραμμα του Κομμουνιστικού Κόμματος. Επιτρέψτε μου να σας διαβάσω ένα απόσπασμα από το 15ο συνέδριο του ΚΚΕ, το πρόγραμμα του. Λέει λοιπόν:
«Σε συνθήκες ταξικών αναμετρήσεων και μεγάλης φθοράς στην επιρροή των αστικών κομμάτων και των συμμάχων τους μπορεί να προκύψει κυβέρνηση αντιιμπεριαλιστικών, αντιμονοπωλιακών δυνάμεων με βάση το Κοινοβούλιο χωρίς να έχουν διαμορφωθεί ακόμα οι όροι για το επαναστατικό πέρασμα. Η δρομολόγηση κυβερνητικών μέτρων που στοχεύουν στην ανακούφιση του λαού ενάντια στο πολυεθνικό κεφάλαιο, στην εξάρτηση της χώρας και την εξάρτηση από συμμετοχή της σε ιμπεριαλιστικές ενώσεις, είναι δυνατόν να συσπειρώνει και να πείθει για την ανάγκη γενικότερης ρήξης. Το ΚΚΕ επιδιώκει μια τέτοια κυβέρνηση. Με τη δράση της και τη γενικότερη λαϊκή παρέμβαση, να συμβάλει στην έναρξη επαναστατικής διαδικασίας»
Κύριε Τσιγουρή, εμείς αναρωτιόμαστε. Αν όχι τώρα πότε; Και αν όχι εμείς ποιοι; Δεν μπορεί να περιμένουμε να διαμορφωθούν οι συνθήκες. Διότι αν περιμένουμε να διαμορφωθούν οι συνθήκες δεν θα έχουμε υποκείμενο.
Ο λαός μας πεθαίνει. Ο λαός μας θα πεινάσει. Θα φύγουν μετανάστες στο εξωτερικό οι νέοι άνθρωποι. Θα εξαθλιωθούν οι εργαζόμενοι. Και δεν μπορεί να περιμένουμε να εξαθλιωθεί και ο τελευταίος εργαζόμενος για να διαμορφωθούν οι συνθήκες.
Πιστεύουμε λοιπόν ότι την επομένη των εκλογών ο ελληνικός λαός με την ψήφο του θα υποδείξει, θα αναγκάσει τις δυνάμεις της Αριστεράς σε μια κυβέρνηση που θα ανατρέψει την πορεία του λαού μας προς τη δυστυχία».
Η ηγεσία του Κόμματος μπορεί τώρα, που έχουμε απομακρυνθεί από τα γεγονότα, πιο ήρεμα και πιο ψύχραιμα, να αναλογιστεί το πόσα επιχειρήματα, με αποκλειστική της ευθύνη, πρόσφερε στον ΣΥΡΙΖΑ η εγκατάλειψη του προγράμματος του Κόμματος και όχι μόνο, που άδραξε μόλις βρήκε την ευκαιρία και εκμεταλλεύτηκε την ιστορική προσφορά του ΚΚΕ. Το πώς έδωσε τη δυνατότητα στον ΣΥΡΙΖΑ να πλαγιοκοπήσει τις δυνάμεις του Κόμματος μέσα από μια καλοζυγισμένη δημαγωγική αναφορά στο πρόγραμμα του Κόμματος (και κατά τη γνώμη μας προκατασκευασμένη).
Γιατί πράγματι πρόκειται για μια δημαγωγική αναφορά, δεδομένου ότι το σχετικό εδάφιο που διάβασε ο Αλ. Τσίπρας περιλαμβάνει και την πάλη ενάντια στις ιμπεριαλιστικές ενώσεις, δηλαδή ενάντια στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Και στρατηγική επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ. Το σχετικό εδάφιο του προγράμματος στρέφεται ενάντια και στην καρδιά της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, την ίδια του τη στρατηγική. Και κάτι άλλο.
Αντί η ηγεσία του κόμματος να μας εγκαλεί και να μας απευθύνει την κατηγορία ότι «αυτά τα λέει ο Αλ. Τσίπρας», ας σκεφτεί, παραπέρα, ότι εκείνη τη στιγμή δεν διέθετε ούτε την οξυδέρκεια και δεν πήρε καν την πρωτοβουλία «να γυρίσει» την κατάσταση σε βάρος του ΣΥΡΙΖΑ, αφού κατέφυγε η ηγεσία του στο πρόγραμμα ενός άλλου κόμματος, που δεν είναι το οποιοδήποτε κόμμα αλλά είναι το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ελλάδας με την ιστορική παρακαταθήκη που κουβαλάει, το ακριβότερο και πολυτιμότερο κόσμημα της νεώτερης ιστορίας της χώρας μας!
Και να του πει απλά: Αφού το δέχεστε ως πρόγραμμα, μια και (μας) το διαβάζετε, ας αποτελέσει ακριβώς αυτό το πρόγραμμα και ειδικά αυτό το εδάφιο τη βάση της πολιτικής των αντιιμπεριαλιστικών αντιμονοπωλιακών δημοκρατικών δυνάμεων που θα διεκδικήσουν και την κυβέρνηση. Τοποθετηθείτε λοιπόν εσείς του ΣΥΡΙΖΑ! Για να διαπιστώσει και ο ελληνικός λαός, εκτός του ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένας καλός αναγνώστης του προγράμματος του ΚΚΕ, αν είναι και αντιμονοπωλιακή και αντιιμπεριαλιστική πολιτική δύναμη, αν είναι Αριστερή δύναμη, αν είναι ειλικρινής και, τέλος, αν όλα όσα λέει για την ενότητα της Αριστεράς τα εννοεί και πάνω σε ποια βάση.
Όμως, η ηγεσία του κόμματος δεν το τόλμησε. Και δεν το τόλμησε, γιατί, όπως προκύπτει από την απάντηση που έδωσε στη «Νέα Σπορά», δεν πιστεύει και η ίδια στο πρόγραμμα του κόμματος. Πως, λοιπόν, να το επικαλεστεί. Είχε δέσει τα χέρια της.
Από την πλευρά μας θα συνιστούσαμε στην ηγεσία του Κόμματος να πάψει να χρησιμοποιεί τέτοιες καταδικασμένες μέθοδες, που δεν κινούνται στο πλαίσιο της κομμουνιστικής δεοντολογίας και ξεπερνάνε τα όρια μιας ιδεολογικής διαπάλης. Για τους παρακάτω βασικούς λόγους:
Πρώτο, γιατί το θέμα του προγράμματος του Κόμματος δεν το άνοιξε ο ΣΥΡΙΖΑ ούτε κι εμείς. Το άνοιξε η ίδια η ηγεσία με τη διαδικασία του «προγραμματικού εμπλουτισμού» εδώ και πολλά χρόνια. Ο ΣΥΡΙΖΑ απλώς εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία με δημαγωγικό τρόπο και εμείς από την πλευρά μας υπερασπιζόμαστε το πρόγραμμα του Κόμματος, γιατί διαφωνούμε και με τη μεθοδολογία αλλά και με το περιεχόμενο του προγραμματικού εμπλουτισμού. Αυτή η μεθοδολογία μας θυμίζει πολύ την αντίστοιχη μεθοδολογία Ανδρουλάκη.
Δεύτερο, γιατί υποτιμάει απρεπώς και βάναυσα τη νοημοσύνη των κομματικών μελών και στελεχών, των οπαδών και ψηφοφόρων του Κόμματος, που αυτήν την περίοδο «περνάνε από το κόσκινο» τη γραμμή του Κόμματος και βρίσκονται σε πολύ έντονο προβληματισμό και ανησυχία για το μέλλον του.
Τρίτο, γιατί αποδείχτηκε άμεσα και χειροπιαστά ότι όσο περισσότερο ασχολιόταν η ηγεσία του Κόμματος με τον ΣΥΡΙΖΑ τόσο περισσότερο τον τροφοδοτούσε με ψηφοφόρους του. Ακόμη και παραδοσιακούς ψηφοφόρους, που στη ζωή τους δεν είχαν ψηφίσει ΠΟΤΕ άλλο κόμμα εκτός από το ΚΚΕ, δημιουργώντας τεράστια προβλήματα ζωής, στάσης, ενοχών, ψυχολογίας, εγκατάλειψης, απογοήτευσης, αποστράτευσης, ματαιότητας, ηττοπάθειας κλπ.
Τέταρτο, γιατί η απάντηση της ηγεσίας στη «Νέα Σπορά» δίνεται στις 3 του Ιούνη, αλλά στις 17 του ίδιου μήνα γίνονται οι επαναληπτικές εκλογές και το αποτέλεσμα δεν τη δικαιώνει. Φαίνεται ότι η ηγεσία του Κόμματος διαβιεί σε μια φαντασιακή κατάσταση που την έχει απομακρύνει από την πραγματικότητα και δεν έχει καταλάβει ακόμα ότι ΑΛΛΑΞΑΝ ΡΙΖΙΚΑ οι όροι πολιτικής παρουσίας του ΚΚΕ, ότι το ΚΚΕ έχασε στις εκλογές του Ιούνη κάτι λιγότερο από το 50% της εκλογικής του δύναμης σε σχέση με τις εκλογές της 6ης του Μάη, πάνω από το 50% σε σχέση με το 2007 και βρίσκεται πίσω και από την εκλογική δύναμη του 1993! Αντίθετα, αυτό το γεγονός, πρέπει να την κάνει να προβληματιστεί πάρα πολύ και να αναλάβει, επί τέλους, τις ευθύνες της με ό,τι σημαίνει αυτό.
Δύο ακόμη παρατηρήσεις από το ατέλειωτο κατηγορητήριο που μας παραπέμπει συνεχώς πάνω στον ΣΥΡΙΖΑ.
Η πρώτη: Η ηγεσία του Κόμματος μας κατηγορεί ότι ως προς το εκλογικό αποτέλεσμα ετεροκαθοριζόμαστε σε σχέση με τον ΣΥΡΙΖΑ. Τίποτα πιο ανακριβές. Δεν είναι αυτό το κριτήριο που μας διακατέχει και μας αποδίδει σε σχέση με το εκλογικό αποτέλεσμα. Κρίνουμε το συγκεκριμένο αποτέλεσμα μέσα στο πλαίσιο των συνθηκών που δημιουργήθηκαν. Αυτό είναι το κριτήριο. Και οι συνθήκες αυτές μας λένε: Στην ιστορία του δικομματισμού για πρώτη φορά μετακινούνται 3.5εκατ ψηφοφόροι από το χώρο του δικομματισμού και καταλήγουν σε άλλα κόμματα. Από τα 3.5εκατ ψηφοφόρους που μετακινήθηκαν στις εκλογές της 6ης του Μάη το κόμμα κέρδισε, περίπου, είκοσι χιλιάδες ψηφοφόρους, σε σχέση με τις εκλογές του 2009, ενώ στις εκλογές του Ιούνη το κόμμα έκανε οπισθοδρομικό άλμα στο …1993. Ρωτάμε την ηγεσία του κόμματος. Είναι αυτό ετεροκαθορισμός;
Ωστόσο, τι ακριβώς εννοεί η ηγεσία του Κόμματος με τον ετεροκαθορισμό; Ότι το Κόμμα δεν επηρεάζεται από τις κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις; Τότε πως εξηγείται το εκλογικό αποτέλεσμα; Έπειτα εγείρεται και ένα άλλο πρόβλημα. Μέχρι τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν το κόμμα του οπορτουνισμού. Είχε πάντα πρόβλημα εισόδου στο κοινοβούλιο. Η μόνιμη κατηγορία ήταν ότι θέλει να πάρει τη ρεβάνς του 1968. Τώρα που αναδείχτηκε σε αξιωματική αντιπολίτευση και πήρε τη ρεβάνς, που εκ των πραγμάτων θα επηρεάσει τα πολιτικά πράγματα της χώρας στη μια ή την άλλη κατεύθυνση, το γεγονός αυτό, και μπροστά στη σαφή επιδίωξή του να αναδειχτεί σε κυβερνητική δύναμη, δεν θα επηρεάσει και το ΚΚΕ; Η ηγεσία του Κόμματος κατηγόρησε τους εργαζόμενους για «διαχειριστικές αυταπάτες» αλλά απ’ ότι φαίνεται ζει και συντηρεί τις αυταπάτες της.
Αυτή η άποψη περί ετεροκαθορισμού, κατά τη γνώμη μας, είναι πολύ επικίνδυνη και δεν αφορά τη «Νέα Σπορά». Αφορά κυρίαρχα την ηγεσία του Κόμματος. Γιατί κρύβει μέσα της την αδιαφορία ως προς το εκλογικό αποτέλεσμα αρκεί «η γραμμή να είναι καλά»! Στην άποψη αυτή βασίστηκαν τα ατυχή καλέσματα να διορθώσουν οι λαϊκές μάζες την ψήφο τους, στην άποψη αυτή βασίστηκαν οι πρώτες εκτιμήσεις των εκλογικών αποτελεσμάτων των δύο εκλογικών αναμετρήσεων, που έβγαζαν τις λαϊκές μάζες λάθος και ταυτόχρονα τη γραμμή του Κόμματος να επιβεβαιώνεται!
Τι ακριβώς θέλει να μας πει η ηγεσία του κόμματος με τον ετεροκαθορισμό; Ότι σε μια (όποια) πιθανή και ανεπιθύμητη περίπτωση που το Κόμμα μείνει έξω από το κοινοβούλιο, περίπτωση πλέον που είναι στα χείλη του κάθε μας οπαδού και ψηφοφόρου ως ενδεχόμενη να συμβεί, η γραμμή του θα επιβεβαιώνεται και οι εργαζόμενοι θα έχουν λάθος; Μάλλον πρέπει να προετοιμαζόμαστε για τα χειρότερα με τέτοιου είδους απόψεις, γιατί η ηγεσία του Κόμματος βάζει πάνω από το συμφέρον του Κόμματος τον εγωισμό της και την αλαζονεία της. Γι αυτό και δεν αναλαμβάνει τις ευθύνες της.
Η δεύτερη: Η ηγεσία του κόμματος ακολουθεί την τακτική του μας «σπρώχνει» συνέχεια πάνω στον ΣΥΡΙΖΑ! Το καταλαβαίνουμε. Της δηλώνουμε, όμως, ότι θα αποτύχει στην τακτική της. Στην απάντησή της χρησιμοποιεί κατακερματισμένα αποσπάσματα από τη πρώτη μας Δήλωση που αποκρύβουν τη θέση μας για τον ΣΥΡΙΖΑ. Παραθέτουμε ορισμένα αποσπάσματα που ξεκαθαρίζουν τις θέσεις μας: (….) παραχώρησε ανεπίτρεπτα το έδαφος στον ΣΥΡΙΖΑ για την ανάπτυξη των πολιτικών του πρωτοβουλιών, των μικροαστικών απόψεων και ανεδαφικών του θέσεων. (….)Επί της ουσίας ώθησε τον ΣΥΡΙΖΑ, θέλοντας και μη, να καρπωθεί το αποτέλεσμα μιας μακράς δραστηριότητας του ΚΚΕ, που αφορούσε στην πολιτική και στους στόχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της καπιταλιστικής κρίσης, τις συνέπειες που υπέστη η χώρα μας από την αποδιάρθρωση και τη συρρίκνωση της παραγωγικής της βάσης, με τη χρεοκοπία της οικονομίας της, που σε πρώτο και κυρίαρχο βαθμό οφείλονται στη συμμετοχή της Ελλάδας στην ευρωζώνη και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. (….) Συνέβαλε σημαντικά στην απενοχοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ για την ευρωενωσιακή του στάση και πολιτική και τον κατέστησε πρωταγωνιστή στη διαμόρφωση του νέου πολιτικού συστήματος.
Μάλλον αυτές οι θέσεις δεν ταιριάζουν στη συλλογιστική της ηγεσίας του Κόμματος και δεν τη βολεύουν στην αντιμετώπιση της κριτικής που υφίσταται από τη «Νέα Σπορά». Αλλά με τα τρυκ δεν νομίζουμε ότι θα μπορέσει εύκολα να ξεπεράσει την κριτική μας. Γι αυτόν το λόγο θα συνιστούσαμε στην ηγεσία του Κόμματος να ανοίξει άμεσα, τώρα, ένας επίσημος διάλογος από τις στήλες του Ριζοσπάστη μέσα από τον οποίο θα εκφραστούν τα μέλη του κόμματος, οι φίλοι, οι οπαδοί και οι ψηφοφόροι του Κόμματος για να διαπιστώσει και η ηγεσία αν βρίσκεται σε αρμονία με τους πραγματικούς προβληματισμούς και τις ανησυχίες τους. Και η ηγεσία έχει ένα λόγο παραπάνω να το κάνει εάν διαπιστώνει ότι τα μέλη του κόμματος συμφωνούν με την πολιτική της.
Παραπέρα θα λέγαμε πως δεν είναι δυνατό, μετά και όσα συνέβησαν, η ηγεσία του Κόμματος να προχωρήσει στη διεξαγωγή του επόμενου συνεδρίου του, που θα είναι προγραμματικό και καταστατικό, χωρίς να έχει εξαντληθεί το παραπάνω θέμα αυτοτελώς, για να ανοίξει μετά ο διάλογος για το πρόγραμμα του Κόμματος και το καταστατικό του.
7. Επίδειξη ηγετικής αμετροέπειας
Εκεί, όμως, που η ηγεσία ξεφεύγει από κάθε μέτρο είναι στη διατύπωση ανέντιμων κατηγοριών σε βάρος της «Νέας Σποράς», που δείχνουν, όμως, και το πως η ηγεσία του Κόμματος κατανοεί τις κομματικές λειτουργίες. Μας κατηγορεί ψευδώς ότι δίνουμε «όπλα στον αντίπαλο επιδιώκοντας το χτύπημα του ΚΚΕ και του κινήματος». Μας κατηγορεί ότι έχουμε εξαπολύσει επίθεση: «Και επιτίθενται με όρους υπονόμευσης του ΚΚΕ και με ανομολόγητους πόθους και στόχο να χτυπηθεί το Κόμμα, να σμπαραλιάσουν τη δράση του, καλώντας σε παρέμβαση από τα κάτω για να διορθωθεί η πολιτική του γραμμή και να επανέλθει στο πρόγραμμα του Κόμματος».
Θα μας επιτραπεί, κατ’ αρχάς, να διατυπώσουμε ένα ερώτημα γενικής φύσης. Από πότε η επιμονή στην τήρηση και εφαρμογή του προγράμματος του Κόμματος συνιστά επίθεση ενάντια στο Κόμμα και το Κίνημα; Μπορεί να μας το εξηγήσει η ηγεσία του Κόμματος;
Πιο συγκεκριμένα. Από την πλευρά μας διατυπώσαμε την αντίθεσή μας στο γεγονός ότι η ηγεσία του Κόμματος δεν πρόβαλε και δεν εφάρμοσε το πρόγραμμά του ούτε πριν τις εκλογές ούτε κατά τη διάρκεια των προεκλογικών περιόδων των εκλογών. Περιορίστηκε γύρω από την εργατική λαϊκή εξουσία. Αποδείχτηκε από τον πρώτο γύρο των εκλογών και κραυγαλέα στο δεύτερο γύρο των εκλογών της 17ης του Ιούνη ότι αυτό δεν ωφέλησε αλλά αντίθετα έβλαψε το Κόμμα.
Παραπέρα. Δεν προχωρήσαμε σε καμία ερμηνεία του προγράμματος του Κόμματος. Απαιτήσαμε μόνο την προβολή του και την εφαρμογή του, αφού ακόμα και η ηγεσία του Κόμματος, δημόσια τουλάχιστον, ισχυρίζεται ότι ισχύει. Αντίθετα η ηγεσία του Κόμματος στην απάντησή της προς την «Νέα Σπορά» προχωράει σε ερμηνεία του προγράμματος για να αποδείξει ότι είμαστε εμείς που το ακυρώνουμε (!) και η ίδια να κατοχυρώσει την ερμηνεία που δίνει αυθαίρετα ως πρόγραμμα του κόμματος. Εμείς από την πλευρά μας απομένει να αποδείξουμε ότι η ερμηνεία που δίνει αλλοιώνει το πρόγραμμα του Κόμματος και τη διαβεβαιώνουμε γι αυτό.
Η ηγεσία, ωστόσο, κάνει ένα πολύ επικίνδυνο βήμα παραπέρα, που την εκθέτει ανεπανόρθωτα. Μας αποδίδει ιδιότητες του ταξικού εχθρού!; Και τα ερωτήματα που προκύπτουν είναι πάρα πολλά: Αλήθεια. Ποιος ταξικός εχθρός θα αναλάμβανε την ευθύνη να την προειδοποιήσει ότι ο δρόμος που έχει επιλέξει είναι καταστροφικός για το Κόμμα; Ποιος ταξικός εχθρός δεν θα χαιρόταν με το εκλογικό αποτέλεσμα του Κόμματος; Ενώ εμείς από την πλευρά μας της αποδίδουμε την ευθύνη ότι έτσι όπως εφαρμόζει τη γραμμή του Κόμματος βάζει νάρκη στα ίδια τα θεμέλια του Κόμματος. Στην ύπαρξή του. Ποια σχέση μπορεί να υπάρχει ανάμεσα στη στάση του ταξικού εχθρού απέναντι στο Κόμμα, που μετά το αποτέλεσμα σκλήρυνε τη στάση του, και τη δική μας στάση, που μας ενδιαφέρει όχι μόνο να υπάρχει το Κόμμα αλλά να εκπληρώσει και τον ιστορικό του ρόλο;
8. Τι ισχυριστήκαμε εμείς και τι μας απάντησε η ηγεσία του Κόμματος
Παραθέτουμε το απόσπασμα που προκάλεσε τη μήνι της ηγεσίας του Κόμματος και που «πιάστηκε» από αυτό για να μας κατηγορήσει ότι έχουμε εξαπολύσει επίθεση ενάντια στο Κόμμα: «Η ηγεσία του ΚΚΕ θα κριθεί στα όργανα του Κόμματος, από τα μέλη του Κόμματος. Και θα κριθεί αυστηρά. Όσο σημαντικός κι αν είναι ο ρόλος της, δεν ταυτίζεται με το ίδιο το Κόμμα, πολύ περισσότερο όταν δεν μπορεί πλέον να βρίσκεται σ' αυτή τη θέση. Η ηγεσία του Κόμματος θα κριθεί από τους οπαδούς, τους ψηφοφόρους, από την ίδια την εργατική τάξη. Και η εργατική τάξη δεν χαρίζεται. Ούτε ξεχνάει. Ούτε θα επιτραπεί από τα μέλη του Κόμματος και από την ίδια την εργατική τάξη η οποιαδήποτε παρερμηνεία ή και η παραμικρή αξιοποίηση του εκλογικού αποτελέσματος της 17ης του Ιούνη».
Μπροστά σ’ αυτήν τη θέση που προβλήθηκε η απάντηση ήταν χαρακτηριστική για το πώς κατανοεί η ηγεσία του Κόμματος τα κομματικά πράγματα. Μένει κανείς ενεός από το ύφος και το περιεχόμενο της απάντησης. Ας σκεφτεί, όμως, ο κάθε καλόπιστος αναγνώστης και ας αναρωτηθεί από μόνος του για τα ζητήματα που περιέχει το σχετικό απόσπασμα της «Νέας Σποράς».
Και ποια είναι αυτά;
Διεξήχθηκαν δύο αλλεπάλληλες εκλογικές διαδικασίες. Τα εκλογικά αποτελέσματα είναι καταλυτικά για την περαιτέρω πορεία του ΚΚΕ. Ερώτημα πρώτο: Δεν πρέπει να κριθεί η ηγεσία του Κόμματος για τα συγκεκριμένα αποτελέσματα, που εισέπραξε το Κόμμα και που με τη δική της αποκλειστική ευθύνη χαράχτηκε η πολιτική που ακολούθησε; Ερώτημα δεύτερο: Αυτή η πολιτική δεν κρίθηκε στις εκλογές ή κρίθηκε κάποια άλλη για την οποία η ηγεσία του Κόμματος δεν φέρει την οποιαδήποτε ευθύνη; Ερώτημα τρίτο: Η απάντηση στη «Νέα Σπορά» δεν συνιστά υπεράσπιση της πολιτικής που ακολουθήθηκε; Ερώτημα τέταρτο: Που πρέπει να κριθεί η ηγεσία του Κόμματος αν όχι στα όργανα του κόμματος; Ερώτημα πέμπτο: Όσο σημαντικός κι αν είναι ο ρόλος της ηγεσίας του Κόμματος αυτή δεν ταυτίζεται με το Κόμμα το ίδιο και γι αυτό το λόγο το Κόμμα, δηλαδή οι οργανωμένες δυνάμεις του, έχουν κάθε δικαίωμα να κρίνουν την ηγεσία τους. Ή έχει εκλείψει αυτό το δικαίωμα; Ερώτημα έκτο: Μετά από ένα τέτοιο αποτέλεσμα δεν πρέπει να κριθεί αυστηρά η ηγεσία του Κόμματος και, προφανώς, δίκαια, δηλαδή, να αντιστοιχηθεί η πολιτική της πράξη με το πολιτικό αποτέλεσμα της πράξης της; Ερώτημα έβδομο: Όλα τα παραπάνω δεν συνιστούν τις πάγιες διαδικασίες που υπάρχουν από δημιουργίας του Κόμματος; Ερώτημα όγδοο: Μπορεί να υπάρξει κάποια εξαίρεση για τη σημερινή ηγεσία ή η απάντηση που μας έδωσε υποδηλώνει και κατοχυρώνει την αυτοεξαίρεσή της;
Αυτό είναι το πρώτο μέρος της τοποθέτησης που κάναμε και αφορά εξ ολοκλήρου τις κομματικές διαδικασίες. Το δεύτερο μέρος της τοποθέτησης αφορά τους οπαδούς, τους ψηφοφόρους και την ίδια την εργατική τάξη. Από την πρώτη ημέρα που υπάρχει το Κόμμα, πολύ περισσότερο από τη νεώτερη νομιμοποίηση του Κόμματος για κάθε σημαντικό πολιτικό γεγονός, και οι πρόσφατες εκλογές αποτελούν πολύ σημαντικά γεγονότα για το Κόμμα, γίνεται προσπάθεια να ανοίγονται συζητήσεις με τους οπαδούς, τους ψηφοφόρους του, γενικότερα τους εργαζόμενους. Γι αυτό το σκοπό οργανώνονται συγκεντρώσεις, συσκέψεις, ομιλίες κλπ.
Σε αυτού του είδους τις πρωτοβουλίες κρίνεται η πολιτική του Κόμματος αλλά και η δημόσια εικόνα της ηγεσίας του, των στελεχών του. Δίνονται εξηγήσεις αλλά λέγονται και απόψεις. Ασκείται κριτική και γίνονται προτάσεις. Υπάρχουν, δηλαδή, παγιωμένες εκείνες οι διαδικασίες που μέσα από έναν, κατά το δυνατό, χρήσιμο και δημιουργικό διάλογο υπόκειται στη βάσανο της κριτικής η πολιτική του Κόμματος ευρύτερα από τους εργαζόμενους. Το ίδιο έγινε και στις πρόσφατες εκλογές.
Πέραν, όμως, αυτού του τύπου τον οργανωμένο διάλογο κριτικής αποτίμησης της πολιτικής του Κόμματος, υπάρχει και η γενική στάση της εργατικής τάξης, των άλλων εργαζομένων, των κοινωνικών στρωμάτων που προσπαθεί να συσπειρώσει το Κόμμα. Που εκφράζουν μια κριτική θέση απέναντι στο Κόμμα και που εκτός από τις εκλογές, που αναδεικνύουν και αποδεικνύουν τη γενική πολιτική ωρίμανση των εργαζομένων, εκφράζεται στην καθημερινότητα, με την εμπιστοσύνη τους, την αναγνώριση των αγώνων του, τη βοήθεια που δίνουν στο Κόμμα με διάφορες μορφές.
Μέσα από αυτήν τη σχέση εκδηλώνεται η εκτίμηση των λαϊκών μαζών που τρέφουν στο πρόσωπό του Κόμματος. Βρίσκει έκφραση το κύρος του Κόμματος ευρύτερα προς τα έξω. Πρέπει να πούμε, όσο δυσάρεστο κι αν είναι, ότι η εκτίμηση των μαζών προς το Κόμμα, το κύρος που εξέπεμπε το Κόμμα προς τις μάζες έπεσαν αμοιβαία. Κι αυτό δείχνει ότι η εργατική τάξη «καταγράφει» συνεχώς. Και δεν ξεχνάει να αποδώσει ευθύνες με την ανάλογη αυστηρότητα. Και οι εκλογές, κατά τη γνώμη μας, το απέδειξαν.
Το τρίτο μέρος της τοποθέτησής μας αφορά την παρερμηνεία ή και την αξιοποίηση του εκλογικού αποτελέσματος. Νομίζουμε ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια παρερμηνεία του εκλογικού αποτελέσματος που προσπαθεί να αξιοποιήσει η ηγεσία του Κόμματος για να αποσείσει τις ευθύνες που έχει. Γι αυτό το λόγο επικαλείται και αποδίδει στις λαϊκές μάζες διαχειριστικές αυταπάτες. Αυτό όμως αποδεικνύει ότι η ηγεσία εξακολουθεί να λειτουργεί για τον εαυτό της και όχι για το Κόμμα.
Ύστερα από την ανάλυση της τοποθέτησης που έχουμε κάνει, παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα που δημοσιεύτηκε στο «Ρ» ως απάντηση. Θα το αφήσουμε ασχολίαστο, και ο αναγνώστης μπορεί να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα: «Είναι ακριβώς η τακτική του ταξικού αντίπαλου και του οπορτουνισμού, για να κάνουν ζημιά, και με την υπόσκαψη της ενότητας θέλησης και δράσης του ΚΚΕ, που εκφράζεται με διαλεκτική σχέση καθοδηγητικών οργάνων και ΚΟΒ. Επομένως πρόκειται για καραμπινάτη επίθεση στο ΚΚΕ και το Πρόγραμμά του, τη στρατηγική του, στην ΚΕ, το ΠΓ και την ΓΓ της ΚΕ ενιαία, την ίδια στιγμή που έχει ξεδιπλωθεί και είναι ολοφάνερη η εκστρατεία επίθεσης των αστών, των επιτελείων τους, με την ίδια ακριβώς τακτική, δηλαδή επίθεση στην ΚΕ, το ΠΓ και την ΓΓ της ΚΕ ενιαία, για συρρίκνωση και χτύπημα του ΚΚΕ, προκειμένου να χτυπηθεί το εργατικό, το λαϊκό κίνημα. Ακριβώς γιατί προβλέπουν ότι το βάθεμα της κρίσης θα οξύνει τις ταξικές αντιθέσεις, ότι μπορεί να δημιουργήσει προϋποθέσεις απότομης όξυνσης της ταξικής πάλης και θέλουν να την προλάβουν, να χειραγωγήσουν, να την αναχαιτίσουν ανώδυνα για το σύστημα, επιδίωξη που δεν μπορούν να την πετύχουν με ένα ισχυρό ΚΚΕ. Αυτή η ολοένα και πιο μαζική παρέμβαση στο Κόμμα και τη γραμμή του είναι στοιχείο που θέλει να δώσει καίριο πλήγμα στο ΚΚΕ. Και δίνει λαβή στον αντίπαλο για τον ίδιο σκοπό».
Ο αναγνώστης μπορεί να αναζητήσει και να διαβάσει και ανάλογα σχόλια πάνω στο ίδιο ζήτημα. Για να διαπιστώσει πως εκείνοι που κράτησαν το στόμα τους κλειστό στις προεκλογικές περιόδους κρατάνε την ίδια στάση απέναντί μας. Μια στάση που οδηγεί στη διάλυση της δομής και της λειτουργίας του Κόμματος.
(ακολουθεί το Γ’ Μέρος)
16/07/2012
«ΝέαΣπορά»