Αρ. 3
21/07/2012
21/07/2012
ΣΥΝΟΛΙΚΗ
ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΩΝ ΕΚΛΟΓΙΚΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ
ΤΗΣ 6ης
ΤΟΥ ΜΑΗ ΚΑΙ ΤΗΣ 17ης ΤΟΥ ΙΟΥΝΗ
1. Τα εκλογικά αποτελέσματα της 6ης
του Μάη και της 17ης του Ιούνη επιβεβαιώνουν με τον πιο
κατηγορηματικό τρόπο την πολύ σοβαρή πτωτική πορεία και την επικίνδυνη
απομόνωση του Κόμματος από τις λαϊκές μάζες. Στις εκλογές της 17ης
του Ιούνη το Κόμμα έχασε το 50% περίπου της εκλογικής του δύναμης σε σχέση με
τις εκλογές της 6ης του Μάη και πάνω από το 50% σε σχέση με τις
εκλογές του 2007, ενώ σε ποσοστό και σε ψήφους είναι πίσω και από το αποτέλεσμα
των εκλογών του 1993.
Η εργατική τάξη και οι εργαζόμενοι, τα
κομματικά μέλη, τα στελέχη, οι φίλοι και οι οπαδοί του Κόμματος έχουν κάθε λόγο
να ανησυχούν για την ύπαρξη και το μέλλον του, από τη στιγμή που η ηγεσία του,
όπως αποδεικνύεται και από την απόφαση της Ολομέλειας της ΚΕ της 10ης του Ιούλη, αδυνατεί να εξάγει
τα σωστά συμπεράσματα από την εκλογική αλλά και τη γενικότερη πορεία του Κόμματος
και επιμένει να εφευρίσκει απαράδεκτες δικαιολογίες προκειμένου να δικαιώσει
μια πολιτική που ακολούθησε το Κόμμα, με ευθύνη αποκλειστικά δική της, και που
οδήγησε στο πρωτοφανές αποτέλεσμα της 17ης του Ιούνη.
2. Τα πραγματικά αίτια αυτής της
γενικότερης δραματικής οπισθοχώρησης του Κόμματος έχουν περιγραφεί εκτενώς στη
Δήλωση Αρ. 2, που αναρτήθηκε στη «Νέα Σπορά» στις 21/06/2012. Με την ευκαιρία
μιας συνολικότερης εκτίμησης για τα εκλογική καθίζηση του Κόμματος πρέπει να
προστεθούν και οι παρακάτω σημαντικοί και με ευρύτερη σημασία παράγοντες:
• Η ηγεσία του Κόμματος μη εκτιμώντας
σωστά τις αντικειμενικές και υποκειμενικές συνθήκες που είχαν διαμορφωθεί στη
χώρα μας μετά το ξέσπασμα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, τον Οκτώβρη του
2008, δεν μπόρεσε να εκτιμήσει, επίσης,
σωστά τη σημασία της, με μεγάλη ταχύτητα, προϊούσας καθοδικής πορείας
του δικομματισμού και την αντίστοιχη απαξίωση του αστικού πολιτικού συστήματος.
Ενώ δήλωνε ότι «οι εκλογές του Μαΐου αναμφισβήτητα
περιέχουν ένα θετικό δυναμικό στοιχείο και αυτό σχετίζεται με το γεγονός ότι
ένα μεγάλο μέρος των εργατικών λαϊκών φτωχών στρωμάτων έχουν αποφασίσει να
εγκαταλείψουν τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, τα λεγόμενα "μνημονιακά" κόμματα
και με αυτό τον τρόπο προσδίδουν μια τέτοια δυναμική στις εκλογές» («Ρ»
20/04/2012) δεν συνδύασε αυτήν την εκτίμηση με την προγραμματική πρόταση του
Κόμματος, δεν πήρε καμιά απολύτως πρωτοβουλία να προβάλει την προγραμματική
λύση του 15ου Συνεδρίου.
Το γεγονός αυτό καθόρισε τη στάση της
ηγεσίας του Κόμματος απέναντι στα πολιτικά πράγματα της χώρας και στη
συνακόλουθη πορεία του Κόμματος. Το αποτέλεσμα ήταν η ηγεσία του Κόμματος να
παραβλέψει την πραγματική κίνηση των λαϊκών μαζών σ’ αυτό το χρονικό διάστημα,
να αγνοήσει το επίπεδο της ταξικής και πολιτικής τους συνείδησης, να
υποτιμήσει, σε τελική ανάλυση και στην πραγματικότητα, τη μετακίνηση 3.5εκατ.
ψηφοφόρων από τη Νέα Δημοκρατία, το ΠΑΣΟΚ και τον ΛΑΟΣ, ως μια χωρίς πολιτική
σημασία μετακίνηση «εντός των τειχών» και στο πλαίσιο της «αναπαλαίωσης» του
πολιτικού συστήματος από τη μια και από την άλλη να επιμείνει σε μια πολιτική
που δεν έδινε κανένα περιθώριο να προσεγγίσει το Κόμμα τις μετακινούμενες
λαϊκές μάζες.
Με το σύνθημα «Πάμε κόντρα στο ρεύμα»
δεν αποδεικνύει μόνο ότι η στάση της ήταν απολύτως συνειδητή αλλά ότι γνώριζε
και τις συνέπειες που θα προέκυπταν για το Κόμμα.
Η στάση αυτή της ηγεσίας του Κόμματος,
ουσιαστικά, είναι η ίδια μ’ αυτήν που
κράτησε απέναντι σε τμήματα των εργαζομένων και των μικροαστικών στρωμάτων, που
κινητοποιούνταν την τελευταία διετία, στρέφοντάς τους την πλάτη και φτάνοντας
μέχρι και την ανοιχτή καταγγελίας τους.
• Η ηγεσία του Κόμματος στάθηκε ανίκανη
ακόμη και να εκτιμήσει σωστά την κατάσταση που διαμορφώθηκε λίγο πριν και μετά
τις εκλογές της 6ης του Μάη με την αυξανόμενη, από μέρα σε μέρα,
διαρροή ψηφοφόρων του Κόμματος, που το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό τους ήταν ότι
ανήκαν στο σταθερό και μακροχρόνια διαμορφωμένο πυρήνα των οπαδών του. Με τη
στάση της αγνόησε τις σαφείς προειδοποιήσεις των μελών του Κόμματος στις ΚΟΒ,
παρά τον αντίθετο ισχυρισμό της. Οι ευθύνες της ανήκουν ολοκληρωτικά και
αποτελεί ηθικά και πολιτικά ανεπίτρεπτη ενέργεια να τις μεταθέτει στα μέλη του
Κόμματος, στα παρακάτω όργανα και στις ΚΟΒ, και μάλιστα με απόφαση της ΚΕ του
Κόμματος.
• Η ηγεσία του Κόμματος υποτίμησε και
απαξίωσε ανεπανόρθωτα τα έντονα αντιμνημονιακά αισθήματα του ελληνικού λαού,
που, ταυτόχρονα, εκφράζανε και μια γενικότερη άρνησή του ως προς την οικονομική
πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δεν μπόρεσε να συλλάβει τη σημασία τους, σε
αντίθεση με τα κόμματα της άρχουσας τάξης, να τα αξιοποιήσει και να τα
συνδυάσει με τη γενικότερη στάση του Κόμματος ως προς την Ευρωπαϊκή Ένωση,
γιατί ήταν εγκλωβισμένη στη θέση, που είχε αυθαίρετα διαμορφώσει, για
αποδέσμευση από την Ευρωπαϊκή Ένωση με σοσιαλιστική επανάσταση, θέση που
στρέφεται ευθέως ενάντια στο Πρόγραμμα του Κόμματος και στις αποφάσεις του 15ου
Συνεδρίου.
• Η ηγεσία του Κόμματος τροφοδότησε τη
μαζική αποχώρηση των ψηφοφόρων από το
Κόμμα με τις αναρχομικροαστικές θέσεις της γύρω από το ζήτημα της
διακυβέρνησης: Τα περί ακυβερνησίας που δεν πρέπει να φοβάται ο λαός, οι
αρνητικές της θέσεις για το σχηματισμό
κυβέρνησης, ακόμη και του ΑΑΔΜ, στις σημερινές συνθήκες, γιατί, όπως
υποστήριζε, δεν θα ανταποκρινόταν αυτή, έτσι κι αλλιώς, στις λαϊκές απαιτήσεις,
οι θέσεις της για την εργατική κυβέρνηση, έσπειραν συγχύσεις σε μαζικό επίπεδο
και εντείνανε τη δυσπιστία των λαϊκών μαζών για το εάν το ΚΚΕ θέλει ή δεν θέλει
να κυβερνήσει.
Η απαράδεκτη αυτή αριστερίστικη
γενίκευση και πρωτόγονη πολιτικά θέση της ηγεσίας του Κόμματος είχε ως
αποτέλεσμα να δυναμώσουν στην αντίληψη των λαϊκών μαζών χρόνιες και συνειδητά
καλλιεργημένες, για το ΚΚΕ, προπαγανδιστικές εχθρικές και αντιδραστικές απόψεις,
που το παρουσίαζαν ως κόμμα της απλής διαμαρτυρίας, ακόμη και ως καθεστωτικό κόμμα. Αυτή η πλευρά της αστικής
προπαγάνδας, που υπάρχει και καλλιεργείται από δεκαετίες τώρα (ιδιαίτερα μετά
το Β’ Παγκόσμιο πόλεμο) πήρε μεγάλες διαστάσεις. Η εξήγηση αυτής της στάσης
βρίσκεται στην άρνηση και εγκατάλειψη του Προγράμματος του Κόμματος, στις
θεωρητικές αποσκευές της ηγεσίας του Κόμματος και στο μικροαστικό της φόβο.
• Η ηγεσία του Κόμματος επικέντρωσε όλη
την προεκλογική μάχη και στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις σχεδόν ενάντια στο
ΣΥΡΙΖΑ. Πέρα από το γεγονός ότι η στάση της ηγεσίας απέναντι στο ΣΥΡΙΖΑ δεν
έπειθε με την επιχειρηματολογία της, ότι προκαλούσε συμπαθή αισθήματα που
ευνοούσαν το ΣΥΡΙΖΑ, η έλλειψη, όμως, προβολής και υποστήριξης της πρότασης του
15ου Συνεδρίου στάθηκε η πραγματική αιτία που δεν κατέστη δυνατόν να
αναχαιτιστεί η δημιουργία εκλογικού ρεύματος υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ, που επέτρεψε,
τελικά, στο ΣΥΡΙΖΑ να καρπωθεί την πλατιά δυσαρέσκεια των εργαζομένων και του
ελληνικού λαού, δυσαρέσκεια που βασιζόταν σε πολύ μεγάλο βαθμό στην ωρίμανση μέσα
στη συνείδηση του ελληνικού λαού των πάγιων θέσεων του ΚΚΕ.
Η δημιουργία εκλογικού ρεύματος υπέρ του
ΣΥΡΙΖΑ, που τον κατέστησε από πολιτική δύναμη με διαρκές άγχος για την εκλογική
του επιβίωση σε δύναμη της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αναδεικνύει και
επιβεβαιώνει το μείζον πολιτικό ζήτημα της ρήξης των δεσμών του Κόμματος με τις
λαϊκές μάζες και της πολιτικής του ικανότητας να ανταποκριθεί στα συγκεκριμένα
πολιτικά καθήκοντα, που απέρρεαν από τις συγκεκριμένες αντικειμενικές συνθήκες της
συγκεκριμένης πολιτικής περιόδου.
Παραπέρα, όμως, αποδεικνύει τη
δυνατότητα δημιουργίας δυναμικού λαϊκού ρεύματος ικανού να ανατρέψει το αστικό
πολιτικό σκηνικό και να βαθύνει πιο αποτελεσματικά την πάλη της εργατικής τάξης
και των άλλων εργαζομένων για την ανατροπή της αστικής διακυβέρνησης. Να φέρει
στο κοινωνικό και πολιτικό προσκήνιο τις αντιιμπεριαλιστικές-αντιμονοπωλιακές κοινωνικές
δυνάμεις και, κατά προέκταση, εκείνες τις πολιτικές δυνάμεις, που θα
πρωταγωνιστήσουν και θα δρομολογήσουν τη ρήξη με την Ευρωπαϊκή Ένωση και την
άρχουσα τάξη της χώρας, με τον ιμπεριαλισμό. Προϋπόθεση γι αυτό είναι το ΚΚΕ να
εκπληρώνει τον πρωτοπόρο και μαχητικό του ρόλο για λογαριασμό της εργατικής
τάξης και των μικροαστικών στρωμάτων της πόλης και του χωριού, να κατανοεί και
να ερμηνεύει σωστά τις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες που εξελίσσονται, να
αναπτύσσει τους δεσμούς του με τους εργαζόμενους γενικότερα.
Το γεγονός ότι η ηγεσία του Κόμματος,
κάνοντας ένα μετέωρο άλμα προς τα μπρος, κατέφυγε και περιορίστηκε στο κεντρικό
της σύνθημα για «εργατική λαϊκή εξουσία» αποδεικνύει ότι δεν κατανόησε, στις
πραγματικές τους διαστάσεις, τις συγκεκριμένες
εξελίξεις με τους συγκεκριμένους
παράγοντες που τις χαρακτήριζαν.
Ταυτόχρονα, όμως, αναδεικνύει και το
σημαντικό συμπέρασμα ότι η ηγεσία του Κόμματος είναι μακριά από το να μπορεί να
παρακολουθεί, να κατανοεί και να αντιδρά στις πολιτικές και κοινωνικές
εξελίξεις, που το κύριο αλλά και ιδιαίτερο χαρακτηριστικό τους είναι οι
απότομες αλλαγές στο πολιτικό τοπίο και η απότομη ανάμειξη μεγάλων τμημάτων της
εργατικής τάξης και εκτεταμένων καταστρεμμένων μικροαστικών στρωμάτων ώστε να
αποφεύγεται η καταφυγή στην «εύκολη λύση» της (αντ)επαναστατικής λογοκοπίας.
Είναι αυτή που οδηγεί αναπόδραστα σε ένα πραγματικό πολιτικό άλμα προς τα πίσω
και που με δραματικό τρόπο βιώνει όλο το Κόμμα αυτή τη στιγμή. Αυτή η πολιτική
οπισθοχώρηση του Κόμματος, έστω κι αν αποδειχθεί προσωρινή, θα έχει οπωσδήποτε
συνέπειες πάνω στην εργατική τάξη και τους άλλους εργαζόμενους, στο εργατικό
κίνημα.
3. Με το εκλογικό αποτέλεσμα ειδικά της
17ης του Ιούνη δόθηκε η δυνατότητα στην άρχουσα τάξη της χώρας μας
να προσπαθήσει να επαναπροσδιορίσει το πολιτικό σύστημα της χώρας. Η επανασυσπείρωση δυνάμεων στη Νέα
Δημοκρατία, η σχετική αντοχή άλλων αστικών δυνάμεων, η μέχρι τώρα στάση του
ΣΥΡΙΖΑ, η πολύ σημαντική μείωση του
Κόμματος, ο ρόλος που προτίθεται να παίξει η νεοναζιστική «Χρυσή Αυγή» , όλα
αυτά έδωσαν στην αστική τάξη τη συγκεκριμένη δυνατότητα. Παρ’ όλα αυτά το
ζήτημα αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι οριστικά κατέληξε. Και για την εκτίμηση
αυτή υπάρχουν πραγματικοί λόγοι.
Και οι πραγματικοί λόγοι είναι:
<> Η οξύτητα της
οικονομικής κρίσης, που θα βαθύνει παραπέρα με
την αναγκαστική, για την άρχουσα τάξη, εφαρμογή της μνημονιακής
πολιτικής.
<> Οι εξελίξεις
στην ευρωζώνη και γενικότερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι βέβαιο ότι θα οδηγήσουν
από την προσωρινή άμβλυνση σε νέα όξυνση της πολιτικής κρίσης, εξ αιτίας του
βαθέματος της οικονομικής κρίσης και των αδιεξόδων της.
Στην προοπτική αυτή τα πολιτικά
ενδεχόμενα είναι όλα ανοιχτά, ακόμη και για αυταρχικές και αντιδημοκρατικές
λύσεις.
Βασικός παράγοντας που θα παίξει
αποφασιστικό ρόλο στη μια ή στην άλλη κατεύθυνση είναι η επανάκαμψη του
Κόμματος και του εργατικού κινήματος και η αντιμετώπιση της κυβερνητικής
πολιτικής, της καθημερινής και γενικότερης δράσης της νεοναζιστικής «Χρυσής Αυγής»,
που επιθυμεί και επιδιώκει να διαχυθεί ευρύτερα μέσα στην ελληνική κοινωνία ως
αντίληψη και πρακτική, της αυταρχικής και κατασταλτικής πολιτικής της
κυβέρνησης, στην οποία αυτή μοιραία θα καταφύγει, με κύριο πρόσχημα την
αντιμετώπιση του μεταναστευτικού προβλήματος και την «προστασία του δικαιώματος
της εργασίας».
4. Το Κόμμα υπέστη μια πολύ σοβαρή
εκλογική ήττα, που είχε ως αποτέλεσμα να υπονομευθεί και να υποβαθμιστεί η θέση
του στο πολιτικό σύστημα της χώρας αλλά κύρια μέσα στον ελληνικό λαό. Οι
δυνατότητες, όμως, να ανακάμψει, έστω με πολλές και πρόσθετες δυσκολίες λόγω
της συνθετότητας της πολιτικής κατάστασης και της αδράνειας της ηγεσίας του
Κόμματος, ώστε να παίξει το ρόλο της κινητήριας και πρωτοπόρας δύναμης στην
ανάπτυξη της δράσης του εργατικού κινήματος, γενικότερα του λαϊκού κινήματος,
είναι υπαρκτές. Οι δυνατότητες αυτές, όμως, μπορούν να πραγματοποιηθούν μόνο
κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις:
Πρώτο: Είναι αδήριτη
ανάγκη το Κόμμα να επανέλθει στη βασική πολιτική πρόταση του Προγράμματος του
Κόμματος, την οποία επεξεργάστηκε το 15ο Συνέδριο και η οποία θα
χρειαστεί να εκσυγχρονιστεί και να εναρμονιστεί
περισσότερο στις σημερινές συνθήκες, ξεκαθαρίζοντας ακόμη πιο πολύ τη
σημασία του ΑΑΔΜ, τα μέτωπα πάλης, τους στόχους και τη σχέση μεταξύ των άμεσων
προβλημάτων, που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι, με τους ενδιάμεσους στόχους, τη
δημιουργία του ΑΑΔΜ και της
αντιιμπεριαλιστικής-αντιμονοπωλιακής κυβέρνησης και το στρατηγικό στόχο
του Κόμματος, το σοσιαλισμό.
Δεύτερο: Απόλυτης
προτεραιότητας πολιτικό ζήτημα είναι η αλλαγή της στάσης του Κόμματος μέσα στο
εργατικό κίνημα. Πρέπει να δοθεί άμεση και πρακτική κατεύθυνση ώστε να υπάρξει
στροφή στην εργατική δουλειά στα σωματεία, στους συλλόγους και τις ομοσπονδίες,
στους τόπους δουλειάς και στις συνοικίες, στους Δήμους. Να αποκατασταθεί η
ενότητα δράσης του εργατικού κινήματος από τα κάτω και με προσπάθειες από τα
πάνω, με βάση τη δράση των εργαζομένων στα σωματεία και στις ομοσπονδίες.
Να ενταθεί η πολιτική και η ιδεολογική
διαπάλη, να ξεκαθαρίζεται πολύ περισσότερο η αντικειμενική και η κοινωνική βάση
των ιδεολογικών και πολιτικών αντιθέσεων, ώστε να γίνεται κατανοητός ο
πολιτικός και ο ιδεολογικός διαχωρισμός με τις δυνάμεις του οπορτουνισμού, της
σοσιαλδημοκρατίας, του αστικού ρεφορμισμού, με τον εργοδοτικό και κυβερνητικό συνδικαλισμό.
Να αναδειχτούν μέτωπα δράσης, να οργανωθούν οι αγώνες των εργαζομένων, που θα
πατάνε πάνω στα πραγματικά τους προβλήματα και ανάγκες. Με βάση τα παραπάνω να
αντιμετωπιστεί και ο αρχικά προσδιορισμένος ρόλος του ΠΑΜΕ.
Τρίτο: Το Κόμμα πρέπει
να εγκαταλείψει οριστικά και αμετάκλητα όλα τα τροτσκιστικά και νεοτροτσκιστικά
φληναφήματα, να αποκαταστήσει και να επανέλθει στην ακατάβλητη και αξεπέραστη
ιδεολογία του Μαρξισμού - Λενινισμού. Αποδείχτηκε περίτρανα ότι οι ιδεολογικές
επεξεργασίες της ηγεσίας του Κόμματος δεν ανταποκρίνονται στο χαρακτήρα της
εποχής και δεν καλύπτουν τις τρέχουσες ιδεολογικές ανάγκες του Κόμματος. Η
ηγεσία του Κόμματος διέπραξε εγκληματικό λάθος που αδρανοποίησε έως εξαφάνισε
τον ιδεολογικό μηχανισμό του Κόμματος, με αποτέλεσμα να χάσει την επαφή του με
τη διανόηση της χώρας και τη νεολαία, να πάψει να παράγει και να αναπαράγει
στελέχη, που θα ασχολούνταν με την ιδεολογία και την έρευνα της σύγχρονης
κοινωνικής και πολιτικής πραγματικότητας, να πάψει να παράγει θέσεις και
πολιτικές που θα υπηρετούσαν την εργατική υπόθεση.
Τέταρτο: Το Κόμμα πρέπει
να αποκαταστήσει άμεσα την οργανωτική λειτουργία του με βάση τους λενινιστικούς
κανόνες. Να προστατευτεί και να εφαρμοστεί ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός και
ως προς τα δύο του σκέλη. Να αποκατασταθεί και να αναζωογονηθεί η λειτουργία
των ΚΟΒ, οι δεσμοί τους με το άμεσο περιβάλλον που δρουν, να εξασφαλιστεί η
λειτουργία τους με τα προβλήματα του χώρου τους.
Πέμπτο: Το Κόμμα πρέπει
να εγκαταλείψει τη θέση, που αυθαίρετα άλλαξε με ευθύνη της ηγεσίας του, για
την αποδέσμευση από την Ευρωπαϊκή Ένωση
με, αποκλειστικά, σοσιαλιστική επανάσταση. Να επανέλθει στις
επεξεργασίες του Κόμματος με βάση τη Συνδιάσκεψη του 1993 για την Ευρωπαϊκή
καπιταλιστική ενοποίηση και τις αποφάσεις του 15ου Συνεδρίου. Η
πρόσφατη πραγματικότητα απέδειξε ότι η αλλαγή της θέσης για την αποδέσμευση από
την Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν θεμελιακό λάθος.
Έκτο: Η ηγεσία του
Κόμματος πρέπει να κατανοήσει και να αποδεχτεί να αναλάβει, μπροστά στην
εργατική τάξη και τον ελληνικό λαό, τις ιστορικές ευθύνες που έχει για τη
συνολική πορεία του Κόμματος, για το γεγονός ότι βασικοί του στόχοι έχουν παραμείνει
ανεκπλήρωτοι για δύο σχεδόν δεκαετίες. Ιδιαίτερα για τα τελευταία χρόνια της
πολιτικής δράσης του Κόμματος, και τις εκλογικές μάχες, οι ευθύνες της είναι μεγάλες και αποκλειστικά δικές της. Αποτελεί
εκ των ων ουκ άνευ όρο η πράξη της αυτή και κορυφαία προϋπόθεση για να βρουν
έδαφος εφαρμογής και να υλοποιηθούν όλες οι άλλες προϋποθέσεις που θα οδηγήσουν
στην ανάκαμψη του Κόμματος.
Η ίδια η διαδικασία του 19ου Συνεδρίου του Κόμματος καθίσταται από
τα πράγματα αδύνατο να προχωρήσει αν πρώτα δεν αναγνωριστεί και τεθεί το ίδιο
το κομματικό ζήτημα στη βάση του, ανοίγοντας ταυτόχρονα διάλογο από τις στήλες
του Ριζοσπάστη, ώστε να εκφραστούν ελεύθερα τα μέλη του Κόμματος, οι φίλοι και
οι οπαδοί του. Να εξαντληθεί ιδιαίτερα το θέμα των εκλογικών αναμετρήσεων που
οδήγησαν στην δραματική εξέλιξη που αντιμετωπίζουμε και των αιτιών που την
προκάλεσαν.
Ταυτόχρονα η ηγεσία του Κόμματος πρέπει
να κατανοήσει, επίσης, ότι θα αποτελέσει ένα πρόσθετο εγκληματικό της λάθος η ήδη
εξαγγελθείσα πρόθεσή της να προχωρήσει στη διεξαγωγή του 19ου
Συνεδρίου με βάση τα πορίσματα της τελευταίας απόφασης της ΚΕ του Κόμματος στις
10 του Ιούλη. Η διαδικασία αυτή θα έχει τραγικές συνέπειες στη συσπείρωση και
την ενότητα των δυνάμεων του Κόμματος, οργανωμένων και μη, θα δρομολογήσει την
περαιτέρω απομάκρυνσή τους. Η εύκολη και
παντελώς αναιτιολόγητη και αδικαιολόγητη ενοχοποίηση των λαϊκών μαζών για
διαχειριστικές αυταπάτες θα αποτελέσει τη βάση αυτής της απομάκρυνσης.
5. Οι τελευταίες εξελίξεις δικαίωσαν
πλήρως την εμφάνιση, τη στάση ευθύνης και τις πολιτικές θέσεις της «Νέας
Σποράς». Είναι για μας θεμελιακό ζήτημα η στάση όλων των κομματικών δυνάμεων,
των φίλων και οπαδών, των ψηφοφόρων απέναντι στο Κόμμα και το κομματικό
πρόβλημα για το ξεπέρασμα της κρίσης που περνάει. Το κομμουνιστικό κίνημα στη
χώρα μας, με την αναντικατάστατη προσφορά του, έπαιξε τον κοινωνικό και
πολιτικό του ρόλο επειδή γεννήθηκε,
αναπτύχθηκε και ανέλαβε τις ιστορικές του ευθύνες το ΚΚΕ. Κανένα άλλο κόμμα δεν
μπορεί να το αντικαταστήσει στην ιστορική αυτή αποστολή του.
Το γεγονός αυτό μας κάνει να επωμιστούμε
περισσότερες και ουσιαστικότερες ευθύνες για τη συνέχεια της παρουσίας μας με
έναν και μοναδικό στόχο: την εξασφάλιση της ύπαρξης του Κόμματος, ως μαρξιστικού
- λενινιστικού, ως Κομμουνιστικού Κόμματος της σύγχρονης εποχής, που με την
παρουσία του, την επαναστατική του δράση και την αποφασιστική ιδεολογική και
πολιτική του πάλη θα οδηγήσει την ελληνική κοινωνία στο σοσιαλισμό. Στην
κατεύθυνση αυτή θα διαθέσουμε όλες τις φυσικές και πνευματικές μας δυνάμεις.