Παρασκευή 1 Φεβρουαρίου 2013

Και πάλι για το ζήτημα της κυβέρνησης


Καθώς ξετυλίγεται ο αργόσυρτος ρυθμός του Προσυνεδριακού Διαλόγου με τα λίγα σε αριθμό άρθρα που εμφανίζονται φαίνεται ότι ένα από τα θέματα που απασχολεί τους συμμετέχοντες σε αυτόν είναι το ζήτημα της κυβέρνησης σε αστικές συνθήκες ή της κυβέρνησης αστικής διαχείρισης, όπως συνήθως αναφέρεται στην κομματική φιλολογία.

Οι «Θέσεις της ΚΕ» αλλά και οι κατά καιρούς παρεμβάσεις της ηγεσίας του Κόμματος όσο και η αρθρογραφία στον Ριζοσπάστη δεν αφήνουν καμία αμφιβολία γύρω από αυτό το θέμα. Θεωρούν ότι πρόκειται για ιστορική παρακαταθήκη η γνωστή άρνηση της ηγεσίας να αποδεχθεί να συμμετέχει το Κόμμα σε «Αριστερή Κυβέρνηση», που πρότεινε ο ΣΥΡΙΖΑ, και την οποία τη χαρακτήρισε ως κυβέρνηση αστικής διαχείρισης.

Αυτή η ερμηνεία, όμως, στη συνέχεια επεκτείνεται στην άρνηση συμμετοχής που αφορά κάθε κυβέρνηση που θα σχηματίζεται σε αστικές συνθήκες. Ποια άλλη ερμηνεία μπορεί να δοθεί στην επίσης γνωστή φράση, που πολλές φορές επανέλαβε η ίδια η Γραμματέας του Κόμματος, ότι «και το ΚΚΕ να ήταν στην κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να κάνει τίποτα». Προφανώς εννοούσε σε αστικές συνθήκες, γιατί αν εννοούσε ότι δεν θα μπορούσε να κάνει τίποτα σε σοσιαλιστικές συνθήκες…!!!

Κατ’ αρχάς, το κύριο που  πρέπει να επισημανθεί είναι ότι υπάρχει τεράστια διαφορά ανάμεσα στη συμμετοχή ενός επαναστατικού κόμματος σε μια κυβέρνηση σε αστικές συνθήκες και στη συμμετοχή σε μια κυβέρνηση αστικής διαχείρισης. Οι δύο αυτές καταστάσεις δεν πρέπει να ταυτίζονται παρά το γεγονός ότι το υπόβαθρο και των δύο είναι οι αστικές συνθήκες. Ο καπιταλισμός με μία λέξη.

Ακόμη και μία κυβέρνηση του ΑΑΔΜ, ανεξάρτητα από το εάν αυτή θα έχει σχηματιστεί μετά από νικηφόρες εκλογές ή μετά από εξεγερσιακές επαναστατικές διαδικασίες, θα είναι μία κυβέρνηση επαναστατική, που θα εκπροσωπεί την εργατική τάξη και τα μικροαστικά στρώματα - κατά βάση τα κατώτερα έως και μεσαία, που θα σχηματιστεί στο έδαφος του καπιταλισμού, σε αστικές συνθήκες, γιατί αυτές θα επικρατούν ακόμη και σε επαναστατική κατάσταση και μετά τον επαναστατικό τρόπο κατάληψης της εξουσίας. Ακόμα και μια εργατική κυβέρνηση, τέτοια ακριβώς που θα προέκυπτε από τη Λαϊκή Συμμαχία και που την προβλέπουν οι Θέσεις της ΚΕ για το 19ο Συνέδριο, θα είναι μια επαναστατική κυβέρνηση σε αστικές συνθήκες, γιατί αυτές θα επικρατούν στη βάση της κοινωνίας και όχι μόνο στη βάση.

Πρέπει, επιτέλους, να γίνει ένας σαφής διαχωρισμός ανάμεσα στην επανάσταση, που αποτελεί ένα πολιτικό γεγονός για την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας, με τις υλικές συνθήκες που ακόμη θα επικρατούν στην κοινωνία, όπως, επίσης, και τις συνθήκες που θα επικρατούν στο εποικοδόμημα. Με δύο λόγια: Και μετά την ολοκληρωτική κατάκτηση της εξουσίας από την εργατική τάξη θα επικρατούν οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής, με τη διαφορά ότι η κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας εκ μέρους της εργατικής τάξης, ο σχηματισμός επαναστατικής κυβέρνησης, θα έχει ως άμεσο υλοποιήσιμο στόχο την έναρξη της μετατροπής των σχέσεων παραγωγής από καπιταλιστικές σε σοσιαλιστικές σχέσεις παραγωγής.

Και όπως μας έχει ήδη τονίσει ο Καρλ Μάρξ από την κριτική του στο «Πρόγραμμα της Γκότα» και έχουν επιβεβαιώσει και ο Φρίντριχ Ένγκελς και ο Β. Ι. Λένιν, η μετατροπή αυτή, που θα φτάσει στην πλήρη κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και στην αυτοδιεύθυνση των λαϊκών μαζών, αντιστοιχεί σε μία ολόκληρη μεταβατική περίοδο, που ταυτίζεται πολιτικά με την περίοδο της δικτατορίας του προλεταριάτου και ιστορικά αυτή παρεμβάλλεται ανάμεσα στον καπιταλισμό και τον κομμουνισμό.

Το συμπέρασμα είναι (εντελώς αυτονόητο και θα προσθέταμε και περιττό και απορούμε για το γιατί έχει δημιουργηθεί ένα τέτοιο θέμα, το οποίο το εκμεταλλεύεται καθ’ υπέρβαση κάθε κομμουνιστικής δεοντολογίας η ηγεσία του Κόμματος για να μοιράζει αφειδώς τα γαλόνια του οπορτουνισμού σε όποιον διαφωνεί με τις απόψεις της) ότι η επανάσταση και ο σχηματισμός επαναστατικής κυβέρνησης γίνονται σε αστικές συνθήκες, γιατί αυτές επικρατούν ακόμη κατά τη στιγμή διεξαγωγής της επανάστασης, κατά τη στιγμή σχηματισμού της επαναστατικής κυβέρνησης.

Και δεν θα μπορούσε να γίνει και διαφορετικά. Απ’ ότι γνωρίζουμε μέχρι τώρα, τουλάχιστον εμείς, οι Κλασσικοί δεν έχουν προβλέψει σοσιαλιστική επανάσταση σε σοσιαλιστικές συνθήκες, δηλαδή σε συνθήκες με σοσιαλιστικές  σχέσεις παραγωγής!!!

Ίσως, σκεφτόμαστε, ότι αυτή είναι η θεωρητική συνεισφορά στον εμπλουτισμό του Μαρξισμού - Λενινισμού όσων κατά το 13ο Συνέδριο λιβάνιζαν τα κείμενα του οπορτουνισμού και τάσσονταν υπέρ της κατάργησης της δικτατορίας του προλεταριάτου και υπέρ της παραμονής στην τότε ΕΟΚ και πριμοδοτούσαν την αλλαγή της θέσης του Κόμματος για αποδέσμευση από την ΕΟΚ, που, τώρα, μεταμελημένοι και αβάσταχτοι μέσα στην ελαφρότητά τους και τη θεωρητική τους ένδεια τάσσονται υπέρ της αποδέσμευσης από την Ευρωπαϊκή Ένωση με δικτατορία του προλεταριάτου για την πραγματοποίηση ενός αστικού αιτήματος!!!

Το θέμα της συμμετοχής σε αστική κυβέρνηση είναι διαφορετικό. Μέχρι τώρα δεν υπήρχε τέτοιο θέμα στην κομματική φιλολογία και θεωρούσαμε ότι έχει ξεπεραστεί οριστικά μετά και την τραυματική εμπειρία από τη συμμετοχή του Κόμματος στην κυβέρνηση Τζανετάκη και την Οικουμενική.

Προέκυψε από το προπαγανδιστικό σλόγκαν - πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ, πριν τις εκλογές της 6ης του Μάη, για σχηματισμό «Αριστερής Κυβέρνησης». Αυτήν την κυβέρνηση η ηγεσία του Κόμματος τη χαρακτήρισε ως κυβέρνηση αστικής διαχείρισης.

Η «Νέα Σπορά» τοποθετήθηκε κατ’ επανάληψη σε αυτό το θέμα και εξήγησε και τη θέση της. Πράγματι αυτή η κυβέρνηση θα ήταν κυβέρνηση αστικής διαχείρισης με δεδομένη τη στάση του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στο ευρώ και την Ευρωπαϊκή Ένωση και παρά τον πολιτικό χαρακτήρα αυτού του κόμματος ως κόμματος του μικροαστικού σοσιαλισμού, που εκφράζει κυρίαρχα τα μικροαστικά στρώματα, ανώτερα και καλά αμειβόμενα στρώματα της εργατικής τάξης με μικροαστική νοοτροπία και στάση και έχει μια συγκεκριμένη, πλέον, επιρροή ευρύτερα στην εργατική τάξη, που ξεπερνάει την επιρροή του Κόμματος και κυρίως στα αστικά κέντρα. Όμως…


Η πρόταση αυτή απορρίφθηκε από την ηγεσία του Κόμματος και σωστά απορρίφθηκε. Επομένως κανένα θέμα συμμετοχής του Κόμματος σε κυβέρνηση αστικής διαχείρισης δεν υπήρξε. Πολύ περισσότερο δεν υπήρξε και για έναν άλλο λόγο πολύ ουσιαστικότερο. Ακόμη και ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ δεν την πίστευε αυτήν την πρόταση μια και την έκανε απλώς για προπαγανδιστικούς σκοπούς.

Το γεγονός αυτό αποδεικνύεται από τα εκλογικά αποτελέσματα. Αυτά μας δείχνουν ότι ήταν αδύνατον να δημιουργηθεί αριστερή κυβέρνηση, ακόμη και κατά το ΣΥΡΙΖΑ ορισμό ως αριστερών πολιτικών δυνάμεων, αυτών των πολιτικών δυνάμεων που θα συμμετείχαν στην αριστερή κυβέρνηση. Κατά το κοινώς λεγόμενο «δεν υπήρχαν τα κουκιά». Και κάτι πιο ουσιώδες που αναδεικνύει το μέγεθος της σοβαρότητας με την οποία αντιμετωπίζει η ηγεσία του Κόμματος αυτό το θέμα.

Ακόμη και εάν αποδεχθούμε πλήρως, ως λογικό ενδεχόμενο, την προπαγανδιστική εκλογική τακτική του ΣΥΡΙΖΑ ως πολιτικά ειλικρινή, ουσιαστική, ρεαλιστική και πραγματοποιήσιμη, πάλι για την ηγεσία του Κόμματος δεν υπήρχε θέμα συμμετοχής σε κυβέρνηση αστικής διαχείρισης, γιατί και πάλι τα κουκιά δεν βγαίνανε. Και αυτό γιατί δεν υπήρχε καμία περίπτωση να αναδεικνυόταν ο ΣΥΡΙΖΑ πρώτο κόμμα στις εκλογές, που τότε μόνο μπορούσε να επωφεληθεί από το δώρο των 50 βουλευτών του εκλογικού νόμου και τότε μόνο θα μπορούσε να προκύψει το ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΟ ο σχηματισμός κυβέρνησης να εξαρτιόταν από τις έδρες του ΚΚΕ.

Όλες, όμως, οι εκτιμήσεις, και τα γκάλοπ ακόμη τις επιβεβαίωναν, απέκλειαν ένα τέτοιο λογικό ενδεχόμενο να γινόταν πραγματικότητα. Επομένως δεν υπήρχε καμία περίπτωση να βρεθεί το Κόμμα σε δίλημμα για τη θέση του απέναντι στο ζήτημα της «Αριστερής Κυβέρνησης», απλούστατα, γιατί δεν θα προέκυπτε.

Στο επίπεδο της προπαγάνδας ο ΣΥΡΙΖΑ στόχευε, τότε, να πλαγιοκοπήσει την εκλογική βάση του Κόμματος, να της δημιουργήσει συγχύσεις και προσδοκία για μια αριστερή διέξοδο. Γι’ αυτό το λόγο κατέφυγε στη διακαναλική συνέντευξη που έδωσε ο Α. Τσίπρας να διαβάσει το σχετικό απόσπασμα  από το Πρόγραμμα του Κόμματος και γι’ αυτό το λόγο μίλαγε για το στόχο του να αναδεχθεί πρώτο κόμμα στις εκλογές, ώστε αυτόματα και συνειρμικά να δημιουργείται δίλημμα στον κόσμο του ΚΚΕ. Οι χειρισμοί της ηγεσίας του Κόμματος διευκόλυναν το ΣΥΡΙΖΑ κατά τον καλύτερο τρόπο.

Η άρνηση της ηγεσίας του Κόμματος στην πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ αφορούσε σε ένα προεκλογικό και μετεκλογικό πυροτέχνημα (γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ «τράβαγε» τα πράγματα για επαναληπτικές εκλογές) που θα μπορούσε να γίνει μια ουσιαστική απάντηση και να έθετε το ΣΥΡΙΖΑ σε πραγματικά διλήμματα μόνον εάν η ηγεσία πρόβαλε την πρόταση του 15ου Συνεδρίου.

Τότε ο ΣΥΡΙΖΑ θα αποκαλυπτόταν πολιτικά. Η ανειλικρινής του στάση και τα προεκλογικά του κόλπα θα ξεσκεπάζονταν και το Κόμμα θα είχε την πρωτοβουλία των κινήσεων. Κατά τη γνώμη μας θα είχε και σημαντική εκλογική άνοδο, κάτι που μπορεί να στηριχτεί, ως εκτίμηση, στο ποσοστό που πήρε το Κόμμα, αλλά και στις τάσεις που μας έδειχναν οι δημοσκοπήσεις. Επίσης θα πήγαινε με τελείως διαφορετικές προϋποθέσεις για τις επαναληπτικές εκλογές, εάν και εφόσον γίνονταν. Και το λέμε αυτό γιατί η συγκεκριμένη στάση του Κόμματος σαφώς θα επηρέαζε την προσφυγή σε επαναληπτικές εκλογές, πολύ περισσότερο εάν η άρχουσα τάξη θα ήταν βέβαιη ότι το ΚΚΕ θα ισχυροποιούταν ακόμη πιο πολύ με αποτέλεσμα να επηρεάζει και πολύ πιο ουσιαστικά τις πολιτικές εξελίξεις. Και αυτό γιατί ήταν πολύ κοντά στο κατώφλι του 10%. Και όπως είναι λογικό να υποθέσει κανείς θα διαφοροποιούνταν οι ποιότητες μετά από ένα τέτοιο ποσοστό, θα άλλαζαν και θα εκδηλώνονταν περισσότερο απελευθερωτικά οι αναγνώσεις και οι διαθέσεις εκ μέρους των λαϊκών μαζών, οι οποίες θα έβλεπαν με τελείως διαφορετικό μάτι το ΚΚΕ, όπως, επίσης, θα άλλαζαν και οι απαιτήσεις τους για το ΚΚΕ.

Το ερώτημα που υπάρχει είναι γιατί, τώρα, η ηγεσία του Κόμματος «σηκώνει» τόσο πολύ το θέμα της κυβέρνησης αστικής διαχείρισης;  Υπάρχει κάποια αιτία;

Φυσικά και υπάρχει. Γιατί από τη στιγμή που έθαψε στην κυριολεξία την πρόταση του 15ου Συνεδρίου και αντιμετώπισε τις εκλογές με την πρόταση… των Θέσεων του 19ου Συνεδρίου, τότε, όπως είναι φυσικό, το μόνο επιχείρημα που της απομένει είναι η επίδειξη της μη συμμετοχής σε κυβέρνηση αστικής διαχείρισης, που στην πραγματικότητα δεν υπήρξε. Γιατί από το παρελθόν γνωρίζαμε πολύ καλά πως χιλιάδες φορές το ΚΚΕ είχε δεχθεί επιθέσεις «αριστερής ενότητας» αλλά αυτές ήταν υποκριτικές και εξυπηρετούσαν συγκεκριμένες σκοπιμότητες. Υπήρχαν και αντιμετωπίζονταν στο πλαίσιο της ιδεολογικοπολιτικής αντιπαράθεσης είτε υπήρχαν εκλογές είτε όχι.

Ακόμη και στη διαδικασία της ανάθεσης των διερευνητικών εντολών ο ΣΥΡΙΖΑ αντιμετώπισε την πρόταση για αριστερή κυβέρνηση ως προπαγανδιστικό πυροτέχνημα για τις ανάγκες των επόμενων επαναληπτικών εκλογών. Παραπέρα, ΚΑΝΕΝΑΣ αρχηγός κόμματος από αυτούς που ανέλαβαν τις διερευνητικές εντολές δεν απηύθυνε στο ΚΚΕ πρόταση συμμετοχής στην υπό σχηματισμό κυβέρνηση. Ούτε καν ο Α. Τσίπρας, γιατί ήξερε πολύ καλά την απλή αριθμητική και κανένας αρχηγός κόμματος δεν διακινδυνεύει να γελοιοποιηθεί διεκδικώντας το σχηματισμό κυβέρνησης που δεν θα έχει πλειοψηφία στη βουλή είτε άμεσης είτε έμμεσης. Είναι υποχρεωμένος να καταθέσει την εντολή. Προϋπόθεση για το σχηματισμό κυβέρνησης είναι η εξασφάλιση της πλειοψηφίας, της δεδηλωμένης. Και στην περίπτωση που δεν εξασφαλίζεται προκηρύσσονται επαναληπτικές εκλογές. Ό,τι και έγινε με τις εκλογές της 17ης του Ιούνη.

Το γεγονός είναι ένα. Η ηγεσία του Κόμματος χρησιμοποιεί τη θέση για μη συμμετοχή του ΚΚΕ σε αστική κυβέρνηση ή κυβέρνηση αστικής διαχείρισης, την προεκτείνει τεχνηέντως σε μη συμμετοχή σε κυβέρνηση σε αστικές συνθήκες για να δικαιολογήσει όλη τη θεωρητική κατασκευή που παρουσιάζει με τις Θέσεις για το 19ο Συνέδριο. Με αυτόν τον τρόπο πετυχαίνει με «ένα σμπάρο δύο τρυγόνια»:

Πρώτο. Απαλλάσσεται οριστικά από το «βαρίδι» του Προγράμματος του 15ου Συνεδρίου, δίνοντας τέλος σε μια άτυπη αλλά υπαρκτή ιδεολογικοπολιτική αντιπαράθεση στο εσωτερικό του Κόμματος, που πήρε τη μορφή «της μάχης των ερμηνειών». Η ηγεσία αξιοποιώντας και τη θέση της επέβαλε τη δική της ερμηνεία και για να «λιμάρει» τις υπαρκτές αντιδράσεις καταφεύγει στο ψευδεπίγραφο επιχείρημα, που δεν το πιστεύει ούτε και η ίδια, ότι οι Θέσεις του 19ου Συνεδρίου αποτελούν τη συνέχεια του 15ου , ενώ στην πραγματικότητα πρόκειται για τομή, για πλήρη ανατροπή του 15ου Συνεδρίου.  Ασφαλώς έχουμε πλήρη επίγνωση των αμφισημιών και των ανακολουθιών του 15ου Συνεδρίου, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι «με τα απόνερα πετάς και το παιδί»! Άλλωστε δεν υπήρξαν και ορισμένες κραυγαλέες και πασίγνωστες ανακολουθίες σημερινών ηγετικών στελεχών που υποστήριζαν άλλα αντ’ άλλων;

Δεύτερο. Επισημοποιεί τη θέση «πρώτα η επανάσταση και μετά η κυβέρνηση»! Φυσικά! Όλη η δράση του Κόμματος, η τακτική του, πρέπει να υπηρετεί το στρατηγικό του στόχο. Την επανάσταση και το σοσιαλισμό. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι με μία μονοκονδυλιά μπορείς να φτάσεις να διαγράψεις την οποιαδήποτε πραγματική και αντικειμενική κατάσταση που μπορεί να δημιουργηθεί μέχρι την κατάκτηση της σοσιαλιστικής εξουσίας, που μπορεί να οδηγήσει στο σχηματισμό κυβέρνησης που δεν θα είναι αστική, που δεν θα είναι ούτε καθαρά εργατική. Με αυτόν τον τρόπο καταργούμε τον Λενινισμό, παρά τα περί αντιθέτου λεγόμενα από την πλευρά της ηγεσίας του Κόμματος! Καταλήγουμε σε μια ΑΛΛΗ ιδεολογία! Καταλήγουμε στο τετριμμένο επιχείρημα, το χιλιοχρησιμοποιημένο από την πλευρά όλων των αναθεωρητών του Λενινισμού «ότι αυτά ο Λένιν τα έλεγε τον προηγούμενο αιώνα»! Καταλήγουμε στο «οποιανού δεν του αρέσει να σηκωθεί να φύγει»! Καταλήγουμε να χρησιμοποιούμε τον Λένιν «ως σύμβολο» και ίσως και «ως σύμβουλο»! Καταλήγουμε «στην ιδεολογία του ΚΚΕ»! Τελικά καταλήγουμε σε ένα ΑΛΛΟ ΚΚΕ χωρίς τον Μαρξισμό - Λενινισμό ως κοσμοθεωρία του!!!

Η ειρωνεία είναι ότι όλες οι επεξεργασίες που προβάλλονται ως σύγχρονες επεξεργασίες για τον εμπλουτισμό του Προγράμματος του Κόμματος έχουν ήδη διαγράψει την ιστορική τους αντιμαρξιστική και αντιλενινιστική διαδρομή, έχουν δοκιμαστεί στην πράξη και έχουν αποτύχει παταγωδώς, έστω κι αν η σημερινή ηγεσία του Κόμματος, μέσα από τον κυκεώνα του υποκειμενισμού της και της αυτοϊκανοποίησής της θεωρεί ότι συμβάλλει στον εμπλουτισμό του Μαρξισμού - Λενινισμού με βάση τις σύγχρονες εξελίξεις του καπιταλισμού!

Η τελική, όμως, κατάληξη όλων των παραπάνω θα είναι η καταδίκη του ΚΚΕ σε μια περιθωριακή πολιτική δύναμη, που με την παρουσία του θα τροφοδοτεί τον οπορτουνισμό άλλων πολιτικών σχηματισμών (το έργο το είδαμε στις πρόσφατες εκλογές), που θα «νομιμοποιεί» την αστική δημοκρατία, που θα συζητάει και θα αναλίσκεται για την (πάντα απομακρυνόμενη και με αυτήν την έννοια απραγματοποίητη) επανάσταση!

Θέλουμε να ελπίζουμε ότι η ηγεσία του Κόμματος γνωρίζει την «τύχη» μιας μαοϊκής ομάδας (πραγματικό γεγονός), που μαζεύτηκε σε μια περιφερειακή πόλη της Βόρειας Ελλάδας, μόλις έγινε η δικτατορία των συνταγματαρχών του Παπαδόπουλου, και συζήταγε το πότε θα ξεκινήσει τον ένοπλο αγώνα ενάντια στη δικτατορία. Επί εφτά χρόνια συζήταγε την προετοιμασία και το πότε θα αρχίσει τον ένοπλο αγώνα! Τελικά η δικτατορία έπεσε κάτω από την πάλη του ελληνικού λαού και η ομάδα αυτή στην τελευταία συνεδρίασή της κήρυξε την αυτοδιάλυσή της, γιατί πλέον δεν υπήρχε θέμα προς συζήτηση!!!